Σάββατο 18 Μαΐου 2024

Ο τεμπέλης γάιδαρος

 


 

Σε ένα μικρό χωριό, ζούσε ένας γάιδαρος που ήταν γνωστός σε όλους για την τεμπελιά του. Δεν του άρεσε να δουλεύει καθόλου. Προτιμούσε να ξαπλώνει στη σκιά ενός δέντρου και να ονειρεύεται, παρά να κουβαλάει βαριά φορτία ή να βοηθάει στις αγροτικές εργασίες.

Μια μέρα, ο ιδιοκτήτης του γάιδαρου, ο κυρ-Γιώργος, χρειαζόταν να μεταφέρει ένα βαρύ φορτίο ξύλων στην πόλη. Ζήτησε από τον γάιδαρο να τον βοηθήσει, αλλά ο γάιδαρος αρνήθηκε. "Είμαι πολύ κουρασμένος", είπε ο γάιδαρος. "Δεν μπορώ να σηκωθώ."

Ο κυρ-Γιώργος στεναχωρήθηκε. Ήξερε ότι δεν μπορούσε να μεταφέρει το φορτίο μόνος του. Έπρεπε να βρει κάποιον άλλον να τον βοηθήσει.

Τελικά, ζήτησε βοήθεια από ένα άλογο που ονομαζόταν Ντορής. Ο Ντορής ήταν πάντα πρόθυμος να βοηθήσει και δέχτηκε αμέσως να μεταφέρει το φορτίο.

Ο γάιδαρος παρακολουθούσε από τη σκιά του δέντρου, ενώ το αλογάκι κουβαλούσε το βαρύ φορτίο στην πόλη. Ένιωσε ντροπή για την τεμπελιά του. Ήξερε ότι θα έπρεπε να είχε βοηθήσει τον κυρ-Γιώργο.

Όταν ο Ντορής επέστρεψε, ο κυρ-Γιώργος τον ευχαρίστησε θερμά. Του έδωσε φαγητό και νερό και τον άφησε να ξεκουραστεί. Ο γάιδαρος παρακολουθούσε με ζήλια. Ήξερε ότι δεν θα έπαιρνε ποτέ τέτοια μεταχείριση αν συνέχιζε να είναι τεμπέλης.

Από εκείνη την ημέρα, ο γάιδαρος αποφάσισε να αλλάξει. Δεν ήθελε πια να είναι τεμπέλης. Ήθελε να βοηθάει τους άλλους και να νιώθει χρήσιμος.

Ξεκίνησε να βοηθάει τον κυρ-Γιώργο στις αγροτικές εργασίες. Κουβαλούσε βαριά φορτία, όργωνε τα χωράφια και βοηθούσε στη μεταφορά των σοδειών. Ο κυρ-Γιώργος ήταν πολύ χαρούμενος με την αλλαγή στη στάση του γάιδαρου.

Ο γάιδαρος σύντομα έμαθε ότι η σκληρή δουλειά είχε τις ανταμοιβές της. Ένιωθε πιο δυνατός και πιο υγιής. Ένιωθε επίσης πιο ευτυχισμένος που βοηθούσε τους άλλους.

Ο γάιδαρος δεν ήταν πια τεμπέλης. Ήταν ένα σκληρά εργαζόμενο και αξιόπιστο γαιδούρι, που ήταν αγαπητό σε όλους στο χωριό.

Δίδαγμα: Η τεμπελιά δεν οδηγεί πουθενά. Η σκληρή δουλειά και η αλληλοβοήθεια φέρνουν την ευτυχία και την επιτυχία.

Παρασκευή 17 Μαΐου 2024

ΤΑ ΠΟΥΛΑΚΙΑ ποίημα

 


 Τα πουλάκια το πρωί

τσιριτρό τσιριτρί

γλυκοκελαηδούν

τον Θεό υμνούν.


Και οι άνθρωποι τ'ακούνε

τόσο ωραία να λαλούνε 

ω! τι θαύμα είναι αυτό

τι μυστήριο σωστό.

Ν.Λ.




Η Ιστορία των Δύο Γλάρων

 


 

Σε μια ήσυχη παραλία, ζούσαν δύο γλάροι, ο Γαλάζιος και η Ασημένια. Ο Γαλάζιος, γεμάτος αυτοπεποίθηση και ανταγωνιστικό πνεύμα, λάτρευε να αγωνίζεται με τους άλλους γλάρους σε ιπτάμενες κούρσες, πάντα με στόχο να κερδίσει. Η Ασημένια, από την άλλη, προτιμούσε να πετάει με χάρη και ελευθερία, απολαμβάνοντας την ομορφιά του ουρανού και τη χαρά της πτήσης.

Μια μέρα, οργανώθηκε μια μεγάλη ιπτάμενη κούρσα στην παραλία. Ο Γαλάζιος, ενθουσιασμένος, δήλωσε αμέσως συμμετοχή, ονειρευόμενος την νίκη και τα χειροκροτήματα. Η Ασημένια, διστακτική, αποφάσισε τελικά να λάβει μέρος, θέλοντας να δοκιμάσει τις δυνατότητές της.

Καθώς η κούρσα άρχισε, ο Γαλάζιος όρμησε μπροστά, πετώντας με ιλιγγιώδη ταχύτητα. Η Ασημένια, ακολουθώντας τον ρυθμό της, πετούσε με ομαλότητα και χάρη, απολαμβάνοντας την αίσθηση της ελευθερίας.

Σιγά σιγά, ο Γαλάζιος, εστιάζοντας μόνο στην νίκη, έχασε τον έλεγχο και άρχισε να φωνάζει και να αγχώνεται. Η Ασημένια, παρατηρώντας τον, τον πλησίασε και με ήρεμη φωνή του υπενθύμισε ότι η αληθινή χαρά της πτήσης δεν κρύβεται μόνο στην νίκη, αλλά και στην ομορφιά του ταξιδιού.

Ο Γαλάζιος, αγγίζοντας τα λόγια της Ασημένιας, συνειδητοποίησε ότι είχε χάσει την ουσία της πτήσης. Άφησε πίσω του τον ανταγωνισμό και άρχισε να πετάει με ηρεμία, απολαμβάνοντας το τοπίο και την αίσθηση του ανέμου στα φτερά του.

Στο τέλος της κούρσας, ο Γαλάζιος και η Ασημένια δεν κέρδισαν κάποιο έπαθλο. Κέρδισαν όμως κάτι πολύτιμο: την κατανόηση ότι η ευγενική άμιλλα, η χαρά της πτήσης και η αμοιβαία υποστήριξη φέρνουν μεγαλύτερη ικανοποίηση από την τυφλή νίκη.

Από εκείνη την ημέρα, ο Γαλάζιος και η Ασημένια πετούσαν μαζί, μοιράζοντας την αγάπη τους για τον ουρανό και την πτήση, έχοντας πάντα στο μυαλό τους το δίδαγμα της ευγενικής άμιλλας και της αληθινής χαράς που κρύβεται στην ελευθερία και την ομορφιά του ταξιδιού.

Δίδαγμα: Η ευγενική άμιλλα, η αμοιβαία υποστήριξη και η χαρά της εμπειρίας φέρνουν μεγαλύτερη ικανοποίηση από την εμμονή για τη νίκη. Η αληθινή δύναμη κρύβεται στην ικανότητα να συνεργάζεσαι, να μαθαίνεις και να μοιράζεσαι την ομορφιά του κόσμου με τους άλλους.

Το Μυρμήγκι και το Τζιτζίκι

 

 


Κάποτε, σε ένα καταπράσινο δάσος, ζούσε ένα μικρό, εργατικό μυρμήγκι. Όλη την ημέρα, το μυρμήγκι δούλευε ασταμάτητα, μαζεύοντας τροφή για το χειμώνα. Συνεργαζόταν με τα υπόλοιπα μυρμήγκια, μεταφέροντας κλαδάκια, φύλλα και σπόρους στην φωλιά τους.

Από την άλλη πλευρά, ζούσε ένα ξένοιαστο τζιτζίκι. Όλη την ημέρα, το τζιτζίκι τραγουδούσε και χόρευε, απολαμβάνοντας τον ζεστό ήλιο. Δεν σκεφτόταν καθόλου το χειμώνα, χαμένο στην ανεμελιά του.

Καθώς το καλοκαίρι πλησίαζε στο τέλος του, τα φύλλα άρχισαν να πέφτουν και ο καιρός να δροσίζει. Το τζιτζίκι άρχισε να πεινάει και να κρυώνει. Συνειδητοποίησε ότι δεν είχε μαζέψει τροφή για το χειμώνα, και άρχισε να ανησυχεί.

Γύρισε τότε στο μυρμήγκι και το ρώτησε αν θα μπορούσε να του δώσει λίγη τροφή. Το μυρμήγκι, θυμήθηκε την τεμπελιά του τζιτζικιού το καλοκαίρι, αλλά λυπήθηκε την άσχημη κατάστασή του.

Έτσι, το μυρμήγκι του έδωσε λίγο από την τροφή που είχε μαζέψει με τόσο κόπο. Το τζιτζίκι έφαγε με λαχτάρα και ευχαρίστησε το μυρμήγκι για την καλοσύνη του.

Από εκείνη την ημέρα, το τζιτζίκι έμαθε το δίδαγμα του. Κατάλαβε ότι η εργατικότητα και η πρόνοια είναι απαραίτητες για να επιβιώσει κανείς. Ποτέ ξανά δεν άφησε τον εαυτό του να παρασυρθεί από την ανεμελιά, και φρόντισε να είναι προετοιμασμένο για τις δύσκολες στιγμές.

Δίδαγμα: Η εργατικότητα και η πρόνοια φέρνουν την επιτυχία, ενώ η τεμπελιά οδηγεί σε δυσκολίες.

Ποίημα:   Το τζιτζίκι δεν δουλεύει                    Το μυρμήγκι στη δουλειά

                  τρώει πίνει και χορεύει                     να μαζεύει τα σπυριά

                  τραγουδά το καλοκαίρι                     κάνει δύσκολο αγώνα

                  το χειμώνα υποφέρει.                       για να έχει το χειμώνα.